- επτακοσιετηρίδα
- [-ις (-ίδος)] η семисотлетие, семисотая годовщина
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
επτακοσιετηρίδα — η 1. επτακοσιοστή επέτειος 2. χρονική περίοδος επτακοσίων ετών μετά από κάποιο γεγονός, επτακοσιετία … Dictionary of Greek